Οι κοινωνικές συμμαχίες αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι των Κομμουνιστικών και Εργατικών κομμάτων. Βέβαια, με άλλους όρους γίνονται οι συμμαχίες μέσα στα πλαίσια των ταξικά προσανατολισμένων κινημάτων και πολύ διαφορετικά όταν πρόκειται για συμμαχίες που ουσιαστικά τείνουν να επικυρώσουν ρεφορμιστική πολιτική υπέρ του κεφαλαίου, με υιοθέτηση των στοιχείων και της πολιτικής των στρωμάτων με τα οποία συνεργάζονται, άρα της αστικής διαχείρισης. Ειδικά όσο κοντεύουν εκλογικές αναμετρήσεις, οι συμμαχίες με ερύτερα λαϊκά στρώματα γίνεται αναπόσπαστο κομμάτι της κουβέντας με την λογική ότι αυξάνεται η δύναμη και η επιρροή των κομμάτων μέσα στις λαϊκές μάζες. Μέσα στα πλαίσια της συζήτησης για τις συμμαχίες λοιπόν, παραθέτουμε ένα κατά τη γνώμη μας πολύ σημαντικό απόσπασμα από το βιβλίο “Ευρωκομμουνισμός: θεωρία και στρατηγική υπερ του κεφαλαίου“ όσον αφορά την ιστορική συγκυρία και τις επιλογές του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, τότε του μεγαλύτερου Κομμουνιστικού Κόμματος στον Δυτικό κόσμο, με τις γνωστές σήμερα συνέπειες.
————————–
Β.3. Η προσαρμογή της πολιτικής συμμαχιών και του IKK
στη ρεφορμιστική στρατηγική
Β.3α. Η Πολιτική Συμμαχιών του IKK
Η προσπάθεια του IKK για ειρηνική και δημοκρατική μετάβαση στο σοσιαλισμό απαιτούσε πολιτικές συμμαχίες για την επίτευξη της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. To IKK πίστευε το 1948 πως θα μπορούσε να κερδίσει μαζί με το Ιταλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα (ΙΣΚ) την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, αλλά οι αφόρητες πιέσεις του ιταλικού κεφαλαίου και του αμερικανικού ιμπεριαλισμού οδήγησαν στην επικράτηση του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (ΧΔΚ)200. Την επόμενη περίοδο, εξαιτίαςτης κορύφωσης του Ψυχρού Πολέμου, της συνεπαγόμενης διάσπασης του ιταλικού συνδικαλιστικού κινήματος (μέσω της αποχώρησης των συνδικαλιστικών οργανώσεων που πρόσκειντο στο ΧΔΚ) και παρά τις εκκλήσεις του IKK στους καθολικούς εργάτες για συμπόρευση, η δυνατότητα διαμόρφωσης κοινωνικών-ταξικών συμμαχιών περιοριζόταν και το IKK προσπάθησε να συσπειρώσει δυνάμεις στη βάση της προάσπισης της ειρήνης από την απειλή του θερμοπυρηνικού πολέμου201.
Στο πολιτικό επίπεδο, η Ιταλία ήταν η μόνη καπιταλιστική ευρωπαϊκή χώρα στην οποία η διάκριση που έκανε το Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα ανάμεσα στην «αριστερή» αγωνιστική σοσιαλδημοκρατία και τη «δεξιά» συστημική εκφραζόταν και σε οργανωτικό επίπεδο από το ΙΣΚ και το Ιταλικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (ΙΣΔΚ)202 αντίστοιχα. Το ΙΣΚ τροποποίησε τις θέσεις του έπειτα από το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ (περνώντας στην καταγγελία της ΕΣΣΔ και της διαδικασίας της σοσιαλιστικής οικοδόμησης), αλλά το IKK εξακολουθούσε να το καλεί σε συνεργασία,ακόμα και σε συγχώνευση, στις αποφάσεις του 8ου Συνεδρίου203, καθώς και του 9ου 204. Οι επιθέσεις φιλίας του IKK αφορούσαν τη μειοψηφία του ΙΣΚ, η οποία επιθυμούσε συνεργασία με τους κομμουνιστές και τη διαμόρφωση μιας εξωτερικής πολιτικής περισσότερο ανεκτικής απέναντι στην ΕΣΣΔ και τις ΛΔ.
Αντίρροπες τάσεις όμως εκφράστηκαν και στο εσωτερικό του ΧΔΚ.Η πρώτη εκφραζόταν από τον Ταμπρόνι, ο οποίος προωθούσε κυβέρνηση συνεργασίας με τους νεοφασίστες, και η δεύτερη από τον Άλντο Μόρο, που πρότεινε μεγάλη κυβέρνηση συνεργασίας όλων των αστικών πολιτικών δυνάμεων (με εξαίρεση τους νεοφασίστες). Και οι δύο στρατηγικές, αν και στήριζαν διαφορετική πλευρά στις αστικές και τις ενδοϊμπεριαλιστικές διαμάχες, αποσκοπούσαν στο να απομονώσουν το IKK205, είτε μέσω του μαστιγίου της καταστολής είτε μέσα από το καρότο της εφαρμογής διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων:
«Η προώθηση του προγράμματος και των μεταρρυθμίσεων της Κεντροαριστεράς θα απελευθέρωνε τις προοδευτικές τάσεις του καθολικού κόσμου και θα επιδρούσε στη στρατηγική του ΚΚ, είτε αποδυναμώνοντάς το είτε υποχρεώνοντάς το να συγκλίνει στη φιλοσοφία της μεταρρυθμιστικής, αλλά όχι σοσιαλδημοκρατικής Αριστεράς, που υποτίθεται ότι θα διαμόρφωνε η νέα πορεία του ΣΚ.Για τον κύριο όγκο της ΧΔ, η Κεντροαριστερά αποτελούσε απάντηση στη διαρκή κυβερνητική αστάθεια, διεύρυνε το δημοκρατικό χώρο και απομόνωνε το ΚΚ.»206
Αρχικά υπερίσχυσε ο Ταμπρόνι (1960), σχημάτισε κυβέρνηση με τη στήριξη των νεοφασιστών (Ιταλική Σοσιαλιστική Κίνηση – MSI) και τασσόταν υπέρ μιας στενότερης συνεργασίας με το αμερικανικό κεφάλαιο.
Εξάλλου, οι νεοφασιστικές ομάδες είχαν άμεση σχέση και λάμβαναν χρηματοδότηση από τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες και το ΝΑΤΟ207. Η κυβέρνηση Ταμπρόνι ανατράπηκε από τους βουλευτές του ΧΔΚ (Ιούλης 1960) έπειτα από εκτεταμένα επεισόδια σε όλη την Ιταλία, που ακολούθησαν το συνέδριο των νεοφασιστών στη Γένοβα και τις διαδηλώσεις διαμαρτυρίας γι’ αυτό. Σε αυτές τις ταραχώδεις μέρες δέκα άνθρωποι σκοτώθηκαν σε συγκρούσεις με την αστυνομία, ενώ νεοφασιστικές ομάδες τοποθέτησαν βόμβες στα γραφεία του IKK και στο Γ ραφείο Σοβιετικού Εμπορίου στη Ρώμη208. Από την άλλη πλευρά, ο Μόρο (που επικράτησε στη συνέχεια και σχημάτισε κυβέρνηση με τη στήριξη του ΙΣΚ)209 επιδίωκε να προσανατολίσει την Ιταλία προς τον άξονα Παρισιού-Βόννης και στηριζόταν από ένα σημαντικό κομμάτι της αστικής τάξης (ΦΙ AT, βιομηχανίες χάλυβα κλπ.), που εκπροσωπούνταν πολιτικά και από το ΙΣΔΚ και από μερίδα του ΙΣΚ210.
Οι ενδοαστικές διαμάχες γίνονταν αντιληπτές από το IKK, που πρωτοστάτησε στην ανατροπή της κυβέρνησης Ταμπρόνι και επισήμανε στο 1Οο Συνέδριο (1962) ότι η αποχώρηση της χώρας από το ΝΑΤΟ είναι προςόφελος της ιταλικής αστικής τάξης21′, ενώ άμβλυνε ταυτόχρονα την κριτική του για τη συμμετοχή της Ιταλίας στην ΕΟΚ. Μάλιστα, το IKK παρουσίασε τη διαμάχη ανάμεσα στα διαφορετικά τμήματα της αστικής τάξης ως σύγκρουση ανάμεσα σε δύο κόσμους, το φασισμό και τη δημοκρατία. Όπως σημείωνε πολύ αργότερα ο ΓΓ του IKK, Οκέτο Ακίλε:
«Στην πραγματικότητα, οι Ιταλοί κομμουνιστές αποτέλεσαν την αποφασιστική ενωτική δύναμη στην αντι-φασιστική μάχη, η οποία οδήγησε στο δημοκρατικό καθεστώς, στην πάλη να διασωθεί αυτό το καθεστώς το 1960, όταν οι εργάτες, οι αντάρτες, οι νέοι άνθρωποι, καθοδηγούμενοι από το IKK, ξεπέρασαν τον κίνδυνο της νεο-φασιστικής παλινόρθωσης… »212
Έτσι, το IKK αναμίχτηκε στις ενδοαστικές έριδες, επέμεινε στην πολιτική της συναίνεσης και, το σημαντικότερο, ταυτίστηκε με τις πολιτικές επιδιώξεις μερίδας της αστικής τάξης213. Ίδια ήταν η πολιτική του IKK και τα επόμενα χρόνια, κατά τη διάρκεια των κυβερνήσεων συνεργασίας με τη συμμετοχή του ΙΣΚ. Η δράση του στόχευε εντεινόμενα στην πίεση για την επιτάχυνση των αναδιαρθρώσεων, επιρρίπτοντας τις κύριες ευθύνες για τις καθυστερήσεις στη στάση του ΧΔΚ214, και επιζητούσε τη συμμετοχή του στη διακυβέρνηση, όπως φανερώνουν οι αποφάσεις του 11 ου Συνεδρίου του (1966). Η αντίληψη αυτή τονώθηκε στο επόμενο συνέδριο (1969), οπότε και η κριτική προς τις σοσιαλιστικές χώρες215 αποτέλεσε δήλωση πίστης στο δημοκρατικό δρόμο και στον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας216.
Η νέα πολιτική γραμμή απαιτούσε και τη διαμόρφωση νέων συμμαχιών. Το 13ο Συνέδριο (1972) ξεκαθάρισε ότι η ένωση των κομμάτων της εργατικής τάξης (ΙΚΚ-ΙΣΚ.) αποτελούσε αναγκαία, αλλά όχι και ικανή συνθήκη για τις βαθιές αλλαγές που χρειαζόταν η Ιταλία217, αλλάζοντας ουσιαστικά τη θέση για το ΧΔΚ. που παρουσιαζόταν μέχρι τότε ως υπηρέτης των δυνάμεων της Αντίδρασης, των μονοπωλίων και του αμερικανικού ιμπεριαλισμού218. Με αυτήν την έννοια, η λογική του «ιστορικού συμβιβασμού», όπως αποδέχτηκε και ο ίδιος ο Μπερλίνγκουερ, προϋπήρχε των γεγονότων της Χιλής219 και εκκινούσε περισσότερο από το ιταλικό πολιτικό σκηνικό παρά από τις διεθνείς εξελίξεις.220 Η δικτατορική ανατροπή της κυβέρνησης Αλιέντε στη Χιλή χρησιμέυσε ως φόβητρο στην προσπάθεια να παρουσιαστεί ο «ιστορικός συμβιβασμός» με τους χριστιανοδημοκράτες ως μονόδρομος, προκειμένου να μην τους χρησιμοποιήσει ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός221.
Έτσι, τη στιγμή που η δικτατορία Πινοσέτ αποδείκνυε την αναγκαιότητα της εργατικής επαναστατικής βίας, το IKK πίστευε ότι η ήττα της κυβέρνησης της Λαϊκής Ενότητας προήλθε από τη στενότητα των πολιτικών της συμμαχιών. Έπειτα από αυτά, δεν μπορεί να θεωρηθεί τυχαίο ότι το 14ο Συνέδριο (1974) προσδιόρισε την επερχόμενη επανάσταση στην Ιταλία ως αντιφασιστική-δημοκρατική222 και θεωρούσε δυνατή την αλλαγή προσανατολισμού του ΧΔΚ μέσω μιας συγκυβέρνησης με το ΙΚ.Κ223. Ελλείψει και του ΧΔΚ, οι δυνάμεις της Αντίδρασης υπονοήθηκε ότι εκφράζονταν από τους συντριπτικά μειοψηφούντες κοινωνικοπολιτικά νεοφασίστες. Υπό αυτό το πρίσμα, ο μπαμπούλας του εκφασισμού μαζί με τον ιμπεριαλισμό και τα μονοπώλια εξασφάλιζαν την αθώωση του αστικού πολιτικού κόσμου, την πίεση για προσανατολισμό υπέρ του ευρωπαϊκού κεφαλαίου και τη συνηγορία όλων των πολιτικών δυνάμεων στη διαιώνιση της αστικής εξουσίας224.
Ύστερα από σειρά θετικών αποτελεσμάτων στις τοπικές και περιφερειακές εκλογές και την άσκηση πολιτικής πίεσης, το IKK συμμετείχε τελικά στην κυβέρνηση Αντρεότι (Μάρτης 1978)225. Έπειτα από την αποτυχία του «ιστορικού συμβιβασμού», το IKK στράφηκε και πάλι στη συνεργασία με τη σοσιαλδημοκρατία και εισήγαγε την ανάγκη συμμαχίαςμε τα «νέα κοινωνικά κινήματα»226, αν και το πολιτικό «άνοιγμα» σε αυτά είχε αρχίσει νωρίτερα, αφού το IKK έβλεπε στα νέα μεσαία στρώματα μια πιθανή εκλογική βάση και παρακολουθούσε γι’ αυτόν το λόγο τα κινήματα που αναπτύσσονταν στο εσωτερικό τους και κινούνταν σε διαχειριστική κατεύθυνση227.
Η σύντομη περιγραφή των φάσεων που πέρασε η πολιτική συμμαχιών του IKK παρά τις αλλαγές καθιστά προφανές πως, αποσυνδέοντας το πολιτικό οικοδόμημα από την καπιταλιστική οικονομική βάση, διατύπωσεπροτάσεις συμμαχιών απομακρυσμένες από τα ταξικά συμφέροντα που θεωρητικά εξέφραζαν. Οπως δηκτικά σημείωνε ο Τόνι Νέγκρι:
«…Αυτές οι περίφημες συμμαχίες έχουν χάσει, αν θέλει και ο Θεός, ακόμα και κείνα τα υπολείμματα ταξικού προσωπείου που μπορούσαν να’χουν τότε. Η θεματική των συμμαχιών σήμερα έχει γίνει η ίδια η βάση μιας πολιτικής δίχως αρχές. Σήμερα οι συμμαχίες είναι ο ιστορικός συμβιβασμός, είναι η ενότητα των μεγάλων λαϊκών δυνάμεων που δεν ξέρουνε καλά καλά από πού έρχονται, πώς κινούνται και πού πάνε. Η θεματική των συμμαχιών έχει γίνει τελικά η θεματική της κρατικής μεσολάβησης δυνάμεων χωρίς ταξική αναφορά.»228
Η απομάκρυνση από τη σοσιαλιστική επανάσταση και την επαναστατική βία οδήγησε σταδιακά στην αποδοχή μιας ταξικά αποφορτισμένης δημοκρατίας και στην αξίωση κατάκτησης της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, και αυτές με τη σειρά τους στη συνεργασία με τα αστικά πολιτικά κόμματα. Η επιδίωξη κατάκτησης της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας αντικειμενικά μεταστράφηκε σε υιοθέτηση των απόψεων αυτής της πλειοψηφίας,που δεν ήταν άλλες από αυτές της κυρίαρχης αστικής ιδεολογίας.
Β.3β. Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ Μέσα στα Ορια της Ρεφορμιστικής Στρατηγικής
Η επικράτηση μιας νέας στρατηγικής και μιας νέας πολιτικής συμμαχιών άλλαζε αναγκαστικά και το χαρακτήρα του IKK, που δεν μπορούσε να είναι πια μια οργάνωση επαναστατών προπαγανδιστών, αφοσιωμένη στην ανατροπή του καπιταλισμού, αλλά απαιτούνταν να μετασχηματιστεί σε ένα μαζικό κόμμα-μηχανισμό κατάκτησης της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας229. Έτσι, αν και διατηρούσε τον τίτλο «Κομμουνιστικό» που είχε σημασία για το συναισθηματισμό των μελών και οπαδών του, ήταν προ ορισμένο να επιτελέσει μια σοσιαλδημοκρατική λειτουργία230. Η διατή ρηση των γενικών αρχών του λενινιστικού οργανωτικού μοντέλου δεν καθρέφτιζε πλέον τις ανάγκες προφύλαξης και ενιαίας δράσης ενός επαναστατικού κόμματος, αλλά την προστασία της ρεφορμιστικής στρατηγικής 231. Έτσι κι αλλιώς η δημιουργία του μαζικού κόμματος απαιτούσε τη χαλάρωση των αρχών λειτουργίας και της διαδικασίας εισδοχής 232, αφού το IKK λογιζόταν πλέον ως σχολείο και όχι ως οργάνωση επαναστατών 233,με αποτέλεσμα την πτώση του ιδεολογικο-πολιτικού επιπέδου και την απομάκρυνση από το μαρξισμό-λενινισμό:
«Σήμερα, για τους συντρόφους που ζουν τον ταξικό αγώνα, αυτά τα πράγματα φαίνονται εντελώς αδιανόητα. Πως δηλαδή είναι δυνατό να ζεις για ολόκληρα χρόνια μέσα σε μια κομμουνιστική πολιτική οργάνωση χωρίς να μιλάς, χωρίς να χρησιμοποιείς τη μαρξική ορολογία: Ακόμα κι αυτή η ορολογία είχε εκδιωχθεί από το κίνημα. Θυμάμαι, όταν γράφτηκα στο εργατικό κίνη μα το ’ 5 3, η πρώτη φορά που άκουσα να μιλούν για μαρξισμό (πέρα από την πανεπιστημιακή μου δραστηριότητα ή κάποιους παλιούς φίλους που γνώριζα) ήταν από ανθρώπους που είχαν φοιτήσει στην κομματική σχολή στη Σοβιετική Ένωση. Μου μιλούσαν για μαρξισμό μ’έναν τρόπο… “σου συνιστώ” … μα ωστόσο μιλούσαν.»234
Το άνοιγμα των θυρών του IKK δημιούργησε ένα τεράστιο κομματικό δυναμικό, που έφτασε να αριθμεί μέχρι και 1.800.000 μέλη, εκ των οποίων 4.500-5.000 επαγγελματικά στελέχη. Το μαζικό κόμμα επέφερε και αλλαγές στην ταξική σύνθεση, αφού στο διάστημα 1947-1973 παρατηρήθηκε μείωση των ποσοστών των βιομηχανικών εργατών (41,5% έναντι 45,5%) και ταυτόχρονη αύξηση των νοικοκυρών, των καταστηματαρχών και των συνταξιούχων (16,7% έναντι 2,1 %)235, με αποτέλεσματην ανάλογη μείωση των εκλογικών ποσοστών στους χειρώνακτες εργάτες236. Αντίστοιχα, η κλιμάκωση των εκλογικών ποσοστών αύξανε αντικειμενικά τον αριθμό των μελών που κατείχαν κρατικά αμειβόμενες θέσεις. Το 1978 (χρονιά εισδοχής του στην κυβέρνηση) μέλη του IKK ήταν 160 γερουσιαστές, 230 βουλευτές, 1.382 δήμαρχοι, 5 περιφερειάρχες, μέλη διοικητικών συμβουλίων στους δημόσιους οργανισμούς, καθώς και μια πληθώρα αμειβόμενων συνδικαλιστών237. Παράλληλα, θεωρούνταν ο φυσικός πολιτικός χώρος έκφρασης των διανοουμένων238.
Η μεταστροφή του IKK από επαναστατικό κόμμα της εργατικής τάξης σε κόμμα πάλης για την κατάκτηση της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας ανατροφοδοτούσε το ρεφορμισμό του, μια και όσο εντάσσονταν σε αυτό μεσαία στρώματα που δεν είχαν συμφέρον από τη ρήξη με την αστική εξουσία τόσο απομακρυνόταν από την επαναστατική βία. Βέβαια, δεν ισχύει και το αντίστροφο. Με άλλα λόγια, η διατήρηση της εργατικής κοινωνικής-ταξικής σύνθεσης του IKK δε θα σήμαινε απαραίτητα και διατήρηση της επαναστατικής του φυσιογνωμίας, αφού η ιστορία του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος στον 20ό αιώνα έχει αποδείξει ότι η απαρχή έκφρασης των οπορτουνιστικών παρεκκλίσεων κατά κανόνα εντοπίζεται στην ηγεσία των ΚΚ.
Σημειώσεις:
198. Sports Frederick – Weisser Theodor, Italy: A Difficult Democracy, p. 184, Cambridge
University Press, Cambridge 1995.
199. Herman Edward – O’Sullivan Gerry, Η βιομηχανία της «τρομοκρατίας», σελ. 65,
έκδ. Το Ποντίκι, Αθήνα 1992.
200. Serfaty Simon, «The United States and the PCI: The Year of Decision (1947)», στο
Serfaty Simon – Gray Lawrence, The Italian Communism (Yesterday, Today, Tomorrow), ρ. 64-69, Aldwych Press, London 1981.
201. Togliatti Palmira, «Speech to the Central Committee of the PCI (April 12,1954)»,
στο Vanicelli Maurizio – Lange Peter, The Communist Parties o f Italy, France and Spain:
Postwar Change and Continuity, p. 287-288, George Allen and Unwin Editions, London
1981.
202. To Ιταλικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (PSDI) αποτέλεσε διάσπαση του Ιταλικού
Σοσιαλιστικού Κόμματος (PSI) εξαιτίας της διαφωνίας του για τη συνεργασία του
τελευταίου με το IKK.
203. Παλμίρο Τολιάτι, «Εισήγηση στο 8ο Συνέδριο του Ιταλικού Κομμουνιστικού
Κόμματος (Δεκέμβρης 1956)», στο Παλμίρο Τολιάτι, Με ειρήνη και δημοκρατία στο
σοσιαλισμό, σελ. 79-84, εκδ. Ηριδανός, Αθήνα 1964.
204. Central Committee of PCI, «Theses of the Ninth Congress of the PCI (January 30
to February 4 I960)», στο Vanicelli Maurizio – Lange Peter, The Communist Parties…,
p. 166-167.
205. Γιάννης Βούλγαρης, Ο δύσκολος εκσυγχρονισμός (Πολιτικές στρατηγικές και
κράτος στη σύγχρονη Ιταλία), σελ. 165-172, εκδ. Εξάντας, Αθήνα 1990.
206. Ό.π., σελ. 172.
207. Βλ. για τη μασονική στοά Ρ2 στο Κλεάνθης Γρίβας, Τρομοκρατία (Ενα
προνομιούχο μέσο άσκησης πολιτικής -Το ΝΑΤΟ και η επιχείρηση Gladio), σελ. 95-124,
εκδ. Παπαζήσης, Αθήνα 2001.
208. Collected, A Short History o f Italy, p. 240-242, Cambridge University Press, London
& New York 1963.
209.0 Μόρο ήταν ηγετικό στέλεχος του ΧΔΚ, μετέπειτα πρωθυπουργός και αυτός που
εισηγήθηκε την εισδοχή των κομμουνιστών στις κυβερνήσεις συνεργασίας.
210. Γιάννης Βούλγαρης, Ο δύσκολος εκσυγχρονισμός (Πολιτικές στρατηγικές και
κράτος στη σύγχρονη Ιτα/.ία), σελ. 194-199, εκδ. Εξάντας, Αθήνα 1990.
211. Central Committee of PCI, «Theses for the Tenth Congress of the PCI (September
1962)», στο Vanicelli Maurizio – Lange Peter, The Communist Parties o f Italy, France
and Spain: Postwar Change and Continuity, p. 291, George Allen and Unwin Editions,
London 1981.
212. Ocheto Akile, For a Socialist Democracy in Europe, p. 67, Italian Communistsv.
1/1990.
213. Σασούν Ντόναλντ, Εκατό χρόνια αοαιώ,ισμού, τόμ. Β”, σελ. 457, εκδ. Καστανιώ-
της, Αθήνα 2001.
214. Central Committee o f PCI, «Draft Theses of the Eleventh Congress o f the PCI
(1965)», στο Vanicelli Maurizio – Lange Peter, The Communist Parties…, p. 113-114.
215. Wolfgang Leonhard, Eurocommunism: Challengefor East and West, p. 175-176,
Holt, Reinhart and Winston Editions, New York 1979.
216. Central Committee of PCI, «Draft Theses of the Twelfth Congress of the PCI (October
1968)», στο Vanicelli Maurizio – Lange Peter, The Communist Parties…, p. 224.
217. Ενρίκο Μπερλίνγκουερ, «Πώς θέτουμε το πρόβλημα της κυβέρνησης της δημο
κρατικής στροφής (Από την εισήγηση στο 13ο Συνέδριο του IKK, Μιλάνο 13 Μάρτη
1972)», στο Ενρίκο Μπερλίνγκουερ, Ιστορικός συμβιβασμός, σελ. 85, εκδ. Θεμέλιο, Αθή
να 1977.
218. Βαλέντι Μάριο, Ημεγάλη έκταση τωνταξικών αγώνων στην Ιταλ.ία, σελ. 117-123,
περιοδικό Νέος Κόσμος, τεύχ. 6/1959.
219. Ενρίκο Μπερλίνγκουερ, «Οι ψεύτικες και αποπροσανατολιστικές ερμηνείες της
γραμμής του “ιστορικού συμβιβασμού”) ( Από λόγο στο κλείσιμο της Εθνικής Συνέλευ
σης των Κομμουνιστών Σπουδαστών – Μπολόνια, 27 Οκτώβρη 1973)», στο Ενρίκο Μπερ
λίνγκουερ, Ιστορικός συμβιβασμός, σελ. 139, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 1977.
220. Ενρίκο Μπερλίνγκουερ, «Η ιταλική κοινωνία απαιτεί μια συμφωνία κομμουνι
στών, σοσιαλιστών και καθολικών», στο Συλλογικό. Δημοκρατία και σοσιαλισμός, σελ. 97-
98, εκδ. Οδυσσέας, Αθήνα 1976.
221. Ενρίκο Μπερλίνγκουερ, «Να δουλέψουμε για την ενότητα όλων των λαϊκών δυνάμεων (Από τη συζήτηση με τους εργάτες της AN 1C – Ραβένα, 8 Νοέμβρη 1973), στο Ενρίκο Μπερλίνγκουερ, Ιστορικός συμβιβασμός, σελ. 148-153, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 1977.
222. ΛουίτζιΛόγκο, Συνέντευξη, περιοδικό Προβλήματα Ειρήνης και Σοσιαλισμού, σελ.
13, τεύχ. 4/1976.
223. Ενρίκο Μπερλίνγκουερ, «Για τη συνεννόηση ανάμεσα στις μεγάλες λαϊκές δυνά
μεις (Από την εισήγηση στην ΚΕ και στην Κ£ ελέγχου στην Ολομέλεια προετοιμασίας του
14ου Συνεδρίου του IΚΚ, 10-12 Δεκέμβρη 1974)», στο Ενρίκο Μπερλίνγκουερ, Ιστορικός
συμβιβασμός, σελ. 171-173, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 1977.
224. Αναφορικά με την απουσία πολιτικής και ταξικής ερμηνείας της ύπαρξης και δρά
σης των νεοφασιστών βλ. Παζολίνι Πιέρ Πάολο, «Ο πραγματικός φασισμός λοιπόν είναι
ο πραγματικός αντκρασισμός;», στο Παζολίνι Πιέρ Πάολο, Κουρσάρικα γραπτά, σελ. 50-
52, εκδ. Εξάντας, Αθήνα 1986.
225. Seton – Watson Christopher, «The PCI’s Taste of Power», στο Kindersley Richard,
In Search o f Eurocommunism, p. 148-149, Macmilan Press, London 1981.
226. Νάτα Αλεσάντρο, «Η κληρονομιά του Μπερλίνγκουερ», περιοδικό Αριστερό Ση
μείωμα, σελ. 21, τεύχ. 7/84.
227. Stefanizzi Sonia – Tarrow Sidney, «Protest and Regulation: The Interaction of Stale
and Society in the Cycle of 1965-1974», στο Lange Peter – Regini Marino, Stale, Market
and Social Regulation (New Perspectives on Italy), p. 90, Cambridge University Press,
Cambridge & New York 1989.
228. Αντόνιο Νέγκρι, Από τον εργάτη μάζα στον κοινωνικό εργάτη, σελ. 97, εκδ. Κομ
μούνα, Αθήνα 1983.
229. Togliatti Palmiro, «Report to the Eighth Congress of PCI (December 1956)»,
στο Vanicelli Maurizio – Lange Peter, The Communist Parties o f Italy, France and Spain:
Postwar Change and Continuity, p. 164-166, George Allen and Unwin Editions, London
1981.
230. Sassoon Donald, «Reflections on a Death Foretold: The Life and Times of Italian
Communist Party», στο Leonardi Robert – Fedele Marcelo, Italy: Politics and Policy – vol.
II, p .41, Ashgate Publishing, Hants & Burlington 2003.
231. Natta Alessandro, «Report on the Manifesto to the Central Committee of the PCI
(October 13-17, 1969)», στο Vanicelli Maurizio – Lange Peter, The Communist Parties o f
Italy, France and Spain: Postwar Change and Continuity, p. 170-171, George Allen and
Unwin Editions, London 1981.
232. Amendola Giorgio, «The Lay Nature of the Communist Party (1972)», στο Vanicelli
Maurizio – Lange Peter, The Communist Parties o f Italy, France and Spain: Postwar
Change and Continuity, p. 172-173, George Allen and Unwin Editions, London 1981.
233. Ενρίκο Μπερλίνγκουερ, «Ένα κομμουνιστικό κόμμα ανανεωμένο και δυναμω-
μένο για τις νέες απαιτήσεις της ιταλικής κοινωνίας (Από παρέμβαση στην ΚΕ και στην
ΚΕ Ελέγχου -14 Γενάρη 1970)», στο Ενρίκο Μπερλίνγκουερ, Ιστορικός συμβιβασμός, σελ.
67, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 1977.
234. Αντόνιο Νέγκρι, Από τον εργάτη μάζα στον κοινωνικό εργάτη, σελ. 78, εκδ. Κομ
μούνα, Αθήνα 1983.