Τι υπηρεσίες πρόσφερε ο φασισμός στην αστική τάξη και στη “δημοκρατία”; Στόχος του ήταν να καταστρέψει και το ελάχιστο ακόμα στο οποίο είχε καταλήξει το δημοκρατικό σύστημα στην Ιταλία — δηλαδή, την απτή πιθανότητα να δημιουργηθεί ένας οργανωτικός σύνδεσμος βάσης, ανάμεσα στους εργάτες, και να επεκταθεί αυτός ο σύνδεσμος μέχρι να αγκαλιάσει τις μεγάλες μάζες στο κίνημα. Στόχος του ήταν να εξαλείψει τα αποτελέσματα που είχαν ήδη επιτευχθεί σ’ αυτό το πεδίο. Ο φασισμός πέτυχε και στους δύο αυτούς στόχους, μέσω μιας δράσης που ήταν τέλεια σχεδιασμένη για αυτό το σκοπό. Ο φασισμός δεν χρησιμοποίησε ποτέ ελιγμούς, όπως μπορεί να έκανε το αντιδραστικό κράτος το 1919 και το 1920, όταν αντιμετώπισε ένα τεράστιο κίνημα στους δρόμους. Αντ’ αυτού, περίμενε για να κινηθεί μέχρι να φτάσει σε μια περίοδο παθητικότητας η εργατική οργάνωση και μετά χίμηξε επάνω της, χτυπώντας την ως τέτοια, όχι για αυτό που “έκανε”, αλλά για αυτό που “ήταν”– με άλλα λόγια, ως πηγή συνδέσμων ικανών να δώσουν στις μάζες μορφή και φυσιογνωμία. Η δύναμη και η ικανότητα της πάλης των εργατών αντλείται, ως επί το πλείστον, από την ύπαρξη τέτοιων συνδέσμων, ακόμα κι αν αυτοί δεν είναι οι ίδιοι φανεροί. Μιλάμε για το δικαίωμα του συναθροίζεσθαι· της συζήτησης· της μετατροπής αυτών των συναντήσεων σε κάτι σχετικά συχνό· της επιλογής ηγετών μέσα από τις συναντήσεις αυτές· της θεμελίωσης ενός στοιχειώδους οργανικού σχηματισμού, μιας λίγκας, ενός συνεταιρισμού, ενός κομματικού τμήματος. Μιλάμε για τη δυνατότητα του να δώσεις σ’ αυτά τα οργανιά μορφώματα μια διαρκή λειτουργικότητα· να τα κάνεις βασικό πλαίσιο για το οργανωμένο κίνημα. Ο φασισμός εργάστηκε συστηματικά για να καταστρέψει αυτές τις δυνατότητες.
Έτσι, η πιο αποτελεσματική του δράση ήταν στις τοπικές κοινωνίες: στη βάση του οργανωτικού οικοδομήματος της εργατικής τάξης· στις επαρχίες, στα επαρχιακά κέντρα, τα εργαστήρια και εργοστάσια. Η απόλυση ανατρεπτικών εργατών· η εξορία ή η δολοφονία “ηγετών” των εργατών και αγροτών· η απαγόρευση συναθροίσεων· η απαγόρευση του να βγαίνεις στο δρόμο μετά από τις ώρες εργασίας· το εμπόδιο που μπήκε έτσι για κάθε “κοινωνική” δραστηριότητα των εργατών. Και μετά, η καταστροφή των Εργατικών Κέντρων και όλων των άλλων κέντρων οργανικής ενότητας της εργατικής τάξης και των αγροτών, και η τρομοκρατία που διαχύθηκε μέσα στις μάζες — όλα αυτά είχαν περισσότερη αξία από μια πολιτική πάλη για να ξεγυμνωθεί η εργατική τάξη από τα “δικαιώματα” που στα χαρτιά μονάχα της εξασφαλίζει το Σύνταγμα. Μετά από τρία χρόνια αυτού του είδους δράσης, η εργατική τάξη είχε χάσει κάθε μορφή και κάθε οργανικότητα. Κατάντησε μια ασύνδετη, κατακερματισμένη, διαλυμένη μάζα. Χωρίς να μετασχηματιστεί ουσιαστικά το Σύνταγμα, οι πολιτικές συνθήκες της χώρας άλλαξαν βαθύτατα, επειδή η δύναμη των εργατών και των αγροτών κατέστη εντελώς αναποτελεσματική.
Όταν εκφυλιστεί σε τέτοιες συνθήκες η εργατική τάξη, η πολιτική κατάσταση γίνεται “δημοκρατική”. Σε τέτοιες συνθήκες, στην πραγματικότητα, οι λεγόμενες φιλελεύθερες αστικές ομάδες μπορούν να κάνουν τα εξής, χωρίς φόβο μοιραίων συνεπειών για την εσωτερική συνοχή του κράτους και της κοινωνίας: 1. να διαχωρίσουν τις δικές τους ευθύνες από αυτές του φασισμού, τον οποίο όπλισαν, ενθάρρυναν, και παρότρυναν στην πάλη ενάντια στους εργάτες· 2. να παλινορθώσουν την “ισχύ του νόμου”, δηλαδή μια κατάσταση πραγμάτων όπου δεν υπάρχει άρνηση της δυνατότητας να υπάρξει εργατική οργάνωση. Το πρώτο μπορούν να το κάνουν επειδή οι εργάτες, διαλυμένοι και ανοργάνωτοι καθώς είναι, δεν είναι σε θέση να τοποθετήσουν τη δύναμή τους μέσα στην αστική αντίφαση αρκετά βαθιά για να την μετατρέψουν σε γενική κρίση της κοινωνίας, σε πρελούδιο επανάστασης. Το δεύτερο μπορούν να το κάνουν επειδή ο φασισμός δημιούργησε τις προϋποθέσεις για αυτό, καταστρέφοντας τα αποτελέσματα οργανωτικής δουλειάς τριάντα χρόνων. Η ελευθερία της οργάνωσης παραχωρείται στους εργάτες απ’ τους αστούς μόνο όταν αυτοί είναι βέβαιοι ότι οι εργάτες έχουν καταλήξει σ’ ένα σημείο όπου δεν μπορούν να τη χρησιμοποιήσουν, εξόν για να ξαναξεκινήσουν στοιχειώδη οργανωτική δουλειά — δουλειά που [οι αστοί] ελπίζουν ότι δεν θα έχει πολιτικές συνέπειες παρά μόνο πολύ μακροπρόθεσμα.
Εν ολίγοις, η “δημοκρατία” οργάνωσε τον φασισμό όταν ένιωσε ότι δεν μπορούσε πλέον να αντισταθεί στην πίεση της εργατικής τάξης σε συνθήκες απλώς τυπικής ελευθερίας. Ο φασισμός, συντρίβοντας την εργατική τάξη, αποκατέστησε την δυνατότητα της “δημοκρατίας” να υπάρξει. Σύμφωνα με τις προθέσεις της αστικής τάξης, αυτός ο καταμερισμός εργασίας θα έπρεπε να λειτουργεί τέλεια: η εναλλαγή φασισμού και δημοκρατίας μπορεί να λειτουργεί για να αποκλείει εις το διηνεκές κάθε δυνατότητα επανάκαμψης της εργατικής τάξης. Αλλά δεν είναι μόνο οι αστοί που βλέπουν τα πράγματα έτσι. Την ίδια οπτική έχουν οι ρεφορμιστές, οι μαξιμαλιστές, όλοι όσοι λένε ότι οι σημερινές συνθήκες για τους εργάτες της Ιταλίας είναι ανάλογες με αυτές πριν από τριάντα χρόνια, με αυτές του 1890 και πριν, όταν το εργατικό κίνημα έκανε τα πρώτα του βήματα ανάμεσά μας. Όλοι όσοι πιστεύουν ότι η ανάκαμψη [της εργατικής τάξης] πρέπει να λάβει χώρα με τα ίδια συνθήματα και με την ίδια μορφή όπως τότε. Όλοι όσοι, συνεπώς, βλέπουν την σύγκρουση ανάμεσα στη “δημοκρατική” αστική τάξη και το φασισμό με τον ίδιο τρόπο που έβλεπαν τότε τις συγκρούσεις ανάμεσα σε ριζοσπάστες και συντηρητικούς αστούς. Όλοι όσοι μιλάνε για “συνταγματικές ελευθερίες” ή για “το δικαίωμα στην εργασία” με τον ίδιο τρόπο που θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για αυτά στις αρχές του εργατικού κινήματος.
Το να δεχτεί κανείς αυτή την οπτική σημαίνει να δεχτεί την προσκόλληση της εργατικής τάξης στον φαύλο κύκλο μέσα στην οποία θέλει να την εγκλωβίσει η αστική. Αν ακούσουμε τους ρεφορμιστές, οι εργάτες και οι αγρότες της σημερινής Ιταλίας δεν έχουν τίποτε άλλο να ελπίζουν παρά να τους επιστρέψουν οι αστοί την ελευθερία να ξαναοικοδομήσουν την οργάνωσή τους και να της δώσουν ζωή· την ελευθερία να φτιάξουν συνδικάτα, αγροτικές λίγκες, κομματικά τμήματα, Εργατικά Κέντρα, και μετά ομοσπονδίες, συνεταρισμούς, εργατικές ανταλλαγές, γραφεία εργατικού ελέγχου, επιτροπές με στόχο τον περιορισμό της ελευθερίας του αφεντικού στο εργοστάσιο, και λοιπά, και λοιπά — μέχρι η πίεση των μαζών που θα ξαναξυπνήσουν από την οργάνωση, καθώς και αυτή των ίδιων των οργανώσεων, να υπερβληθούν τα όρια της αστικής κοινωνίας να γίνει τόσο δυνατή που η “δημοκρατία” δεν θα μπορεί ούτε να της αντισταθεί ούτε να την ανεχτεί, και θα ξαναοπλίσει ένα στρατό μαυροχιτώνων για να καταστρέψουν την απειλή.
Ordine Nuovo, 1 Νοέμβρη 1924
Πηγή/Μετάφραση: Lenin Reloaded